Δύο στους δέκα έκοψαν ακόμα και το ψωμί

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα έρευνας που διενεργήθηκε για λογαριασμό της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος...
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας, οι δύο βασικότεροι λόγοι μείωσης της κατανάλωσης ψωμιού είναι η μείωση των μελών της οικογένειας (37,1%) και η αλλαγή των διατροφικών συνηθειών λόγω δίαιτας ή λόγω υγείας (36,7%).
Ακολουθούν οι λόγοι οικονομίας στο 22,9%, αριθμός διπλάσιος εκείνων που δήλωναν ότι η τιμή του ψωμιού αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα αγοράς πριν από...
δύο χρόνια.

Εννέα στους 10 αρτοποιούς αναφέρουν πτώση του τζίρου τους σε σχέση με ένα χρόνο πριν. Αν συνυπολογίσουμε ότι ήδη από 2011 το 76,3% δήλωνε μείωση του τζίρου του, γίνεται αντιληπτό ότι τα αρτοποιεία αντιμετωπίζουν σημαντικό πρόβλημα. 

Πιο συγκεκριμένα ο μέσος όρος μείωσης του τζίρου των αρτοποιείων καταγράφεται στο 36,73%. Η σχετικά μεγαλύτερη μείωση τζίρου καταγράφηκε στα προϊόντα ζαχαροπλαστικής και στα αρτοσκευάσματα.

Απαισιόδοξες είναι οι προβλέψεις της πλειοψηφίας των αρτοποιών για το επόμενο χρονικό διάστημα. Το 73,1% αναμένει περαιτέρω μείωση, το 17,9% σταθεροποίηση στα σημερινά επίπεδα και μόνο το 2% ελπίζει σε αύξηση του τζίρου του μέσα στο 2013. Η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος και ο φόρος ακινήτου είναι ο βασικός παράγοντας αύξησης στο κόστος του ψωμιού σύμφωνα με τους αρτοποιούς. 

Ακολουθεί η τιμή του πετρελαίου και έπονται η τιμή των αλεύρων και το εργατικό κόστος. Σημειώνεται ότι στην αντίστοιχη έρευνα δύο χρόνια πριν, η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος και ο φόρος ακινήτου αναφερόταν μόνο από το 29,5% (σήμερα από το 73,9%) και η τιμή των αλεύρων από το 64,3% (σήμερα από το 30,2%).

Η κατανάλωση του ψωμιού εμφανίζει σχετική μείωση. Σε σχέση με 1-2 χρόνια πριν το 26,1% των νοικοκυριών δηλώνει ότι σήμερα καταναλώνει λιγότερο ψωμί, το 7,5% καταναλώνει περισσότερο ενώ το 66% δήλωσε ότι καταναλώνει περίπου την ίδια ποσότητα. Η σχετικά μεγαλύτερη τάση της μείωσης της κατανάλωσης ψωμιού καταγράφεται στις γυναίκες, σε καταναλωτές μεγαλύτερης ηλικίας και στους μη εργαζόμενους.

Η πλειοψηφία των καταναλωτών αγοράζει ψωμί αρκετές φορές την εβδομάδα. Πιο συγκεκριμένα το 39,7% σε καθημερινή βάση, το 25,5% μέρα παρά μέρα και το 28,4% μια με δύο φορές την εβδομάδα. Σπανιότερα αγοράζει το 6,3%. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα αντίστοιχα ποσοστά δύο χρόνια πριν -όταν πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά η συγκεκριμένη έρευνα- ήταν 45% καθημερινά, 25% μέρα παρά μέρα, 24,4% μια με δύο φορές την εβδομάδα, ενώ σπανιότερα 5,5% των νοικοκυριών. Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι καταγράφεται σχετική μείωση στους καθημερινούς αγοραστές του ψωμιού της τάξης 5,3%, ενώ αύξηση 4% παρατηρείται σε όσους αγοράζουν ψωμί μια με δύο φορές την εβδομάδα.

Τα 8 στα 10 νοικοκυριά δήλωσαν ότι καταναλώνουν μισό κιλό ψωμί την ημέρα, το 15,7% ένα κιλό, το 2,2% ενάμιση κιλό και το 0,9% δύο κιλά και άνω. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, η μέση ημερήσια κατανάλωση ψωμιού ανά νοικοκυριό υπολογίζεται στα 610 γραμμάρια (10 λιγότερα από το 2011), δηλαδή περίπου 200 γραμμάρια ανά άτομο.

Το 86,1% των καταναλωτών ανέφεραν ότι αγοράζουν ψωμί από τον φούρνο/αρτοποιείο της γειτονιάς τους (το αντίστοιχο ποσοστό το 2011 ήταν 87,2%). Το 7,5% δήλωσε ότι αγοράζει από το πρατήριο άρτου και το 6,2% ανέφερε ότι κυρίως από το super market. Οι πιο τακτικοί αγοραστές ψωμιού από super market εντοπίζονται στα νοτιανατολικά προάστια.

Η περαιτέρω ανάλυση και σύγκριση μεταξύ των καταναλωτών οι οποίοι αγοράζουν κυρίως από φούρνο και εκείνων που προτιμούν τα super market μάς δείχνει ότι η κοντινή απόσταση, η νοστιμιά/γεύση/φρεσκάδα του ψωμιού και η εμπιστοσύνη ως προς την ποιότητα των προϊόντων και υλικών αποτελούν τα ισχυρά σημεία επιλογής του φούρνου, ενώ ο συνδυασμός με άλλα ψώνια και το ωράριο αποτελεί το ισχυρό σημείο των super markets.